Επιμένω ελληνικά!


ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΕΧΟΥΝ BARCODE ΠΟΥ ΑΡΧΙΖΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΡΙΨΗΦΙΟ ΑΡΙΘΜΟ 520
(ΠΡΟΣΟΧΗ: Πρέπει να υπάρχει ένδειξη "ελληνικό προϊόν" ή/και "παρασκευάζεται/παράγεται στην Ελλάδα",
διότι αρκετά ξένα προϊόντα έχουν τον ίδιο κωδικό αλλά απλώς και μόνο συσκευάζονται και δεν παράγονται στη χώρα μας)!!!
Επιμένω ελληνικά!
Οι διαφημίσεις των αρχών του '80 για τη στήριξη των ελληνικών προϊόντων επιμένουν ανεξίτηλες σε όσους από μας ήμαστε τότε σε ηλικία να καταλαβαίνουμε τί σημαίνει «ο επιμένων ελλη-νικά». Tότε, σε μια άλλη κρίσιμη στιγμή της ελληνικής οικονομίας, το γκραν σουξέ του πάλαι ποτέ «ποιός είμαι, εισαγόμενος είμαι;» με τον ηθοποιό Νίκο Παπαναστασίου ως Λαλάκη, φαντάζομαι ότι τόνωσε την αγορά επηρεάζοντας το εθνικό αίσθημα του κοινού.
Από τα χιλιάδες μέιλ που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, πρόσφατα στάθηκα σε κάποιο που θα προσπαθήσω να σας μεταφράσω με δικά μου λόγια. Αγοράζοντας «ξένα» κερδίζουμε στιγμιαία, αλλά μακροπρόθεσμα καταστρέφουμε την οικονομία μας, την παραγωγή μας, σκοτώνουμε τα μαγαζιά της γειτονιάς, στέλνουμε στα αζήτητα της ανεργίας τον παλιό μπακάλη και τον μανάβη.
Οταν ψωνίζουμε παπούτσι από τον τόπο μας δημιουργούμε θέσεις εργασίας για μας και τα παιδιά μας. Κι αν κάθε ελληνική οικογένεια αφιερώσει 500 ευρώ ετησίως σε ελληνικά προϊόντα, τότε για 1.000 οικογένειες θα αυξηθεί η ζήτηση των ελληνικών προϊόντων κατά 500.000 ευρώ.
Σε οικονομικούς όρους, αυτές οι 1.000 οικογένειες μπορούν να δημιουργήσουν 100-150 θέσεις εργασίας. Μερικές απλές καθημερινές κινήσεις μπορούν να βάλουν το μικρό τους λιθαράκι στην ανάπτυξη του τοπικού προϊόντος, που τώρα αρθρώνει έναν ολοκαίνουριο λόγο, με αγρότες-γιάπις-διαθέτοντες πλείστα διδακτορικά, οι οποίοι προσπαθούν να το επανεφεύρουν, να το ανακαλύψουν, να το ντύσουν με όση τεχνολογία αιχμής αντέχει για να παραμείνει αγνό, προκειμένου να βρει τη θέση που του αξίζει στις αγορές του κόσμου.
Ο έλληνας λατρεύει να κατηγορεί το κράτος και ποσώς τον εαυτό του για όλα τα κακώς κείμενα, ωστόσο η ξενομανία είναι θέμα αγωγής που ξεκινά από την παιδική ηλικία, θέμα ενημέρωσης, ανησυχίας και προσωπικής αναζήτησης. Η οικονομία του μέλλοντος ξεκινά από το προσωπικό καλάθι της αγοράς του καθενός από μας.
Οταν η μαμά σε μεγαλώνει από τα πιο μικρά σου με «εισαγωγής», δύσκολα ως ενήλικος θα αναζητήσεις στα ράφια το κασκαβάλι και το κατίκι, που απλά αγνοείς ότι υπάρχουν και ότι ανήκουν στην οικογένεια των νοστιμότερων τυριών της χώρας που σε γέννησε. Κάπου μάλλον ξεχάσαμε το πόσο νόστιμη χώρα είμαστε.
 
Ελένη Ψυχούλη