Επόμενος σταθμός, Ρώμη



Μετά την Αθήνα η Ρώμη, όπου η εκπνοή της θητείας της Βουλής και οι εκλογές της Ανοιξης συνθέτουν σήμερα ένα σκηνικό αβεβαιότητας. Ενα σκηνικό που επιτείνεται, πρώτον, από τη γενικευμένη πολιτική και κοινωνική δυσαρέσκεια κατά της κυβέρνησης Μόντι και, δεύτερον, από τη συνταγματική αδυναμία παρέμβασης του Ιταλού πρωθυπουργού στην προεκλογική εκστρατεία, καθώς ως ισόβιος γερουσιαστής δεν δικαιούται να διεκδικήσει βουλευτική έδρα.
Με τα παραπάνω δεδομένα, τόσο η Κεντροαριστερά όσο και η παράταξη του Μπερλουσκόνι είναι εγκλωβισμένες σε μια σκληρή κριτική της απερχόμενης κυβέρνησης, καθώς την είσπραξη της λαϊκής δυσαρέσκειας διεκδικούν σχηματισμοί, όπως το Κόμμα των Πέντε Αστέρων, που απειλούν να καταστήσουν χαώδες το μετεκλογικό σκηνικό.
Η Ιταλία δεν βρίσκεται ούτε εκτός μάχης, όπως η Ισπανία, ούτε στην περίσκεψη και αναμονή στην οποία είναι καθηλωμένος ο Ολάντ. Η πολιτική ηγεσία γνωρίζει τόσο το δημοσιονομικό αδιέξοδο, στο οποίο οδηγείται η χώρα εντός του 2013, καθώς και τις οριακές αντοχές της κοινωνίας. Για τους παραπάνω λόγους, η όποιας σύνθεσης μετεκλογική κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να επαναδιαπραγματευθεί με τους εταίρους της, δηλαδή με το Βερολίνο, διατυπώνοντας την πρώτη μετωπική αμφισβήτηση της πολιτικής Μέρκελ -να κερδίζει χρόνο μέχρι της εκλογές πριν υπάρξουν συνολικές δεσμευτικές αποφάσεις για το μέλλον της Ευρωζώνης.


Ο Μόντι έχει πλέον χάσει την ευρωπαϊκή του ευελιξία, τη δυνατότητα δηλαδή να κινείται μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, μια τακτική που εφάρμοσε με επιτυχία, καθώς το Παρίσι βρίσκεται σε ευρωπαϊκό βραχυκύκλωμα και η Ρώμη από μόνη της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το Βερολίνο.
Η Ιταλία έχει μπροστά της την τελευταία ευκαιρία, καθώς Πορτογαλία και Ισπανία ακολούθησαν την πορεία της Ελλάδας στην ολέθρια συνταγή «λιτότητα, ύφεση, μαζική ανεργία». Μια ιταλική «ανταρσία», μετά τις εκλογές της Ανοιξης, θα αυξήσει εκ των πραγμάτων τα περιθώρια ελιγμών του Ολάντ.
Το ζητούμενο είναι σε ποιο βαθμό μπορεί να ανατρέψει τη γερμανική ατζέντα, που δεν ορίζεται μόνον από τις εκλογές του προσεχούς Σεπτεμβρίου και την αποφυγή του εσωτερικού πολιτικού κόστους για την κυβέρνηση, αλλά και από την αναμονή περαιτέρω επιδείνωσης της κρίσης στην Ιταλία και τη Γαλλία, ώστε να συρθούν να υπογράψουν συνολικό πλαίσιο γερμανικής Ευρωζώνης.
Για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, μόνον η Ιταλία μπορεί πλέον να μιλήσει εξ ονόματος του Νότου της Ευρωζώνης, διεκδικώντας μια πιο ισορροπημένη πολιτική δημοσιονομικής ευταξίας.
Κατά κάποιο τρόπο, το παιχνίδι στην Ευρωζώνη μοιάζει να ξαναγυρίζει στην αφετηρία: Αν την Ανοιξη του 1998 η αποδοχή της Ρώμης στην πρώτη ομάδα χωρών-μελών της Ευρωζώνης προεξόφλησε την ταυτόχρονη ένταξη της Μαδρίτης και της Λισαβόνας, και της Αθήνας δύο χρόνια αργότερα, σήμερα η δυνατότητα διορθωτικών κινήσεων, που θα μπορούσε να διασφαλίσει η ιταλική πλευρά, θα ήταν ευεργετική όχι μόνον για τον Νότο της Ευρωζώνης αλλά και για τη Γαλλία.
Η γλώσσα των αριθμών είναι αμείλικτη και δείχνει τη δυναμική του ιταλικού δημόσιου χρέους να οδηγεί την χώρα σε αδιέξοδο, αν το Βερολίνο δεν αποδεχθεί συνολικές ρυθμίσεις για την Ευρωζώνη.
Τα μεγέθη του ιταλικού προβλήματος προκαλούν ίλιγγο, καθώς η χώρα εντός του 2013 πρέπει να δανεισθεί περίπου 700 δισ. ευρώ με διαχειρίσιμο κόστος.
Η Ιταλία, τον Ιούλιο του 1943, δεν άντεξε στη μεταφορά του πολέμου στο έδαφός της, μετά την αγγλοαμερικανική απόβαση στη Σικελία, και σε δύο μήνες είχε αλλάξει στρατόπεδο. Η Ιταλία του 2012 δεν αντέχει την αμαχητί μετατροπή της σε δεύτερη Ισπανία.


Ιταλική διόρθωση;
Αν την Ανοιξη του 1998 η αποδοχή της Ρώμης στην πρώτη ομάδα χωρών-μελών της Ευρωζώνης προεξόφλησε την ταυτόχρονη ένταξη της Μαδρίτης και της Λισαβόνας, και της Αθήνας δύο χρόνια αργότερα, σήμερα η δυνατότητα διορθωτικών κινήσεων, που θα μπορούσε να διασφαλίσει η ιταλική πλευρά, θα ήταν ευεργετική όχι μόνον για τον Νότο της Ευρωζώνης αλλά και για τη Γαλλία.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ
http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=27689&subid=2&pubid=112954834

26-11-2012