Η μετεωρική άνοδος και η επαπειλούμενη πτώση του Κατάρ



Τίποτε στις μεγάλες ποδοσφαιρικές διοργανώσεις δεν είναι αμιγώς ποδοσφαιρικό. Το αντιλαμβάνεται αυτό κανείς για άλλη μία φορά μετά τις αποκαλύψεις των Sunday Times οι οποίες έφεραν στο προσκήνιο το όργιο διαφθοράς με το οποίο το Κατάρ εξασφάλισε το 2010 από την FIFA την διοργάνωση του Μουντιάλ 2022. 

Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που το εμβληματικό πρότζεκτ του φιλόδοξου εμιράτου εξασφαλίζει αρνητική δημοσιότητα, καθώς η όλη ανάθεση είχε εξαρχής κάτι του σουρεαλιστικό, αν αναλογισθούμε ότι το Κατάρ (που φιγουράρει μόλις στην 113η θέση της διεθνούς ποδοσφαιρικής κατάταξης) ουδέποτε
  έχει συμμετάσχει το ίδιο σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, ενώ για πρώτη φορά στα χρονικά η διοργάνωση προβλέπεται να μεταφερθεί εκτός θερινής περιόδου, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι αφόρητες θερμοκρασίες του Περσικού Κόλπου. Όσο για τις συνθήκες που επικρατούν στα εργοτάξια του Μουντιάλ 2022, αποκαλυπτικές είναι οι καταγγελίες που διατύπωσε το Μάρτιο η Διεθνής Ένωση Συνδικάτων (ITUC) ότι ήδη έχουν χάσει τη ζωή τους 1.200 εργάτες από την Ινδία και το Νεπάλ -αριθμός που αναμένεται να φθάσει τις 4.000 μέχρι το εναρκτήριο λάκτισμα του πρώτου αγώνα. 

Όμως, η υπαρκτή πλέον πιθανότητα αφαίρεσης της διοργάνωσης από το Εμιράτο, συνιστά πρωτοφανή ταπείνωση – και οι λόγοι που ενδεχομένως θα την υπαγορεύσουν δεν σχετίζονται αποκλειστικά με τις δωροδοκίες που “τσιμέντωσαν” τη σχέση του Κατάρ με τη FIFA. Αυτές, άλλωστε, αποτελούσαν από την πρώτη στιγμή “κοινό μυστικό”. 

Επτά ημέρες πριν από τις ψηφοφορίες του 2010 το Εμιράτο διαμήνυσε ότι ενδιαφέρεται να παραγγείλει περισσότερα Airbus από τα πέντε που ήδη προγραμμάτιζε (οπότε ο Michel Platini έλαβε από τον τότε πρόεδρο Sarkozy Νικολά Σαρκοζί τις δέουσες οδηγίες...), ενώ ο Franz Beckenbauer προστέθηκε στους θιασώτες της καταριανής υποψηφιότητας, παράλληλα με τη σύναψη συμβολαίου ύψους 26 δισ. δολαρίων με τη Deutsche Bahn για την κατασκευή στο Εμιράτου σιδηροδρομικού δικτύου εκ του μηδενός. 

Η πρόσφατη ιστορία της χερσονήσου (“τζαζίρα”) του Κατάρ, αποτελεί ένα εντυπωσιακό χρονικό μετεωρικής ανόδου, αντισυσπείρωσης ανταγωνιστών και επαπειλούμενης πτώσης. Το μικροσκοπικό κρατίδιο των 1,5 εκατ. κατοίκων (εξ ών μόλις 200.000 γηγενείς Καταριανοί υπήκοοι), που είχε μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες ως μοναδική πλουτοπαραγωγική πηγή την αλιεία μαργαριταριών, εκτοξεύθηκε χάρη στους υδρογονάνθρακες και δη την ανάπτυξη της τεχνολογίας υγροποίησης φυσικού αερίου, στην θέση της παγκόσμιας κατάταξης ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Η χώρα που "κρύβει" το 14% των παγκόσμιων αποθεμάτων φυσικού αερίου, οικοδόμησε ένα θηριώδες Sovereign Wealth Fund, με το οποίο αποδύθηκε σε μία επενδυτική φρενίτιδα ανά τον κόσμο, που ξεκινά από τη συμμετοχή του στην Credit Swiss, την J Sainsbury και την Volkswagen ή τη διάσωση της γερμανικής Hochtief και φθάνει μέχρι την εξαγορά του Harrod΄s του Λονδίνου, του 80% του London Bridge Tower, των μισών κτηρίων του Canary Wharf, ακόμη και του οικοπέδου της αμερικανικής πρεσβείας στη Grosvenor Square της βρετανικής πρωτεύουσας. 

Ισορροπώντας ανάμεσα στον κοσμοπολιτισμό και το ουαχαμπικό Ισλάμ, την πλουσιοπάροχη χορήγηση κοινωνικών υπηρεσιών στον ντόπιο πληθυσμό και την περίπου δουλική εκμετάλλευση των Ασιατών μεταναστών, το Κατάρ του “εκσυγχρονιστή” Εμίρη Χαμάντ μπιν Χαλίφα αλ Θάνι (ανέτρεψε τον πατέρα του το 1995), αναδείχθηκε σε σημείο αναφοράς για όλη την ευρύτερη περιοχή. 

Όμως η ανάδυση του Κατάρ δεν ήταν μόνο οικονομική, αλλά συνοδεύθηκε από την προσπάθεια για έναν (δυσανάλογα, θα πουν πολύ) ενισχυμένο διπλωματικό ρόλο. Με εργαλείο το δίκτυο Al Jazeera, το οποίο από τη δεκαετία του ΄90 πρόσφερε στο αραβόφωνο κοινό μια πρωτόγνωρη αίσθηση ελευθεροστομίας, το Κατάρ αποσπάσθηκε από την συνθλιπτική επιρροή του μεγάλου Σαουδάραβα γείτονα και αναδείχθηκε σε αξιόπιστο μεσολαβητή πολλών διεθνών κρίσεων - φιλοξενώντας τη σύνοδο για τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου στο Σουδάν, “υφαρπάζοντας” από το Κάιρο τον ρόλο του ενδιαμέσου μεταξύ Παλαιστινιακής Αρχής και Χαμάς και από το Ριαντ τη διαμεσολάβηση μεταξύ του φιλοδυτικού και του αντιδυτικού στρατοπέδου του Λιβάνου. Το Κατάρ φιλοξενεί στο έδαφός του Γραφείο Εκπροσώπησης των ισραηλινών συμφερόντων, αλλά και τη θηριώδη στρατιωτική βάση της Αμερικανικής Κεντρικής Διοίκησης (CENTCOM), που υπήρξε το στρατηγείο της εισβολής στο Ιράκ το 2003, ενώ ταυτόχρονα διατηρεί ανοιχτούς διαύλους με πολυάριθμες οργανώσεις, ένοπλες και μη, του πολιτικού Ισλάμ, ανά τον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Ντόχα έλαβαν χώρα οι άτυπες επαφές των ΗΠΑ με τους Ταλιμπάν ή ότι μόλις την περασμένη εβδομάδα ο Barack Obama επαίνεσε δημοσίως το Εμιράτο για τον ρόλο του στην ανταλλαγή ενός αιχμαλωτισμένου στο Αφγανιστάν Αμερικανού στρατιώτη με πέντε κρατουμένους του Γκουαντάναμο. 

Όμως η “Αραβική Άνοιξη” υπήρξε το σημείο καμπής: με επικοινωνιακή στήριξη σε όλες τις εξεγέρσεις, με ρόλο πρωταγωνιστικό (και επιχειρησιακά) στην εισβολή στη Λιβύη, με γενναιόδωρη πολιτική και οικονομική στήριξη στην κυβέρνηση Morsi της Αιγύπτου και με διαρκή ενίσχυση, από κοινού με την Τουρκία, των ανταρτών κατά του Assad στην Συρία, το Κατάρ έφθασε πολύ κοντά στο σημείο να ξανασχεδιάσει κατά τις προτεραιότητές του τον πολιτικό χάρτη της Μέσης Ανατολής. Η αντισυσπείρωση δεν άργησε, καθώς για τη Σαουδική Αραβία η πάταξη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας (που είχε ως πάτρωνα το Κατάρ) σε όλη την περιοχή, αναδείχθηκε σε υπαρξιακό ζήτημα, ενώ η πρόθεση του Εμίρη να “υιοθετήσει” τη Λωρίδα της Γάζας σήμανε συναγερμό και στο Ισραήλ. Το αποτέλεσμα ήταν το αδιέξοδο στη Συρία και η ανατροπή του Morsi, της οποίας όλως τυχαίως προηγήθηκε κατά λίγες ημέρες η παραίτηση του Χαμάντ πέρσι τον Μάιο υπέρ του τριτότοκου υιού του. 

Ωστόσο, και υπό τον νέο Εμίρη το Κατάρ δεν ήταν δυνατόν να ακυρώσει όλη την προηγούμενη εξωτερική πολιτική του – προσχωρώντας λ.χ. στο “μέτωπο” κατά της Μουσουλμανικής Αδελφότητας που συγκροτεί η Σαουδική Αραβία ή αποδεχόμενο τη μετατροπή του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου σε στρατιωτική συμμαχία. Εξ ού και από τον περασμένο Μάρτιο διεκόπησαν εν μέσω βαρύτατων καταγγελιών οι διπλωματικές σχέσεις της Ντόχα με το Ριάντ. Το γεγονός ότι το Εμιράτο διατηρεί καλές σχέσεις με το Ιράν (με το οποίο διακριτικά συνεκμεταλλεύεται τα τεράστια κοιτάσματα φυσικού αερίου στη μη οριοθετημένη θαλάσσια δικαιοδοσία του Περσικού Κόλπου) προφανώς επιβαρύνει κατά πολύ τις σχέσεις με τον Οίκο των Σαούντ. Άλλωστε, η Σαουδική Αραβία αρνείται σθεναρά να παραχωρήσει το έδαφός για τη δημιουργία αγωγού που θα μεταφέρει το καταριανό φυσικό αέριο στις διεθνείς αγορές. 

Στην παρούσα φάση, η διεθνής θέση του Κατάρ επηρεάζεται περαιτέρω από την ουκρανική κρίση, Το γεγονός ότι στις 6 Μαΐου η καταριανή ελίτ είχε συνομιλίες με ρωσική αντιπροσωπεία υπό τον υφυπουργό Εξωτερικών Grigory Karasin, στον οποίο, κατά παρέκκλιση από τη γραμμή της Δύσης, εξέφρασε “κατανόηση” για τις θέσεις της Μόσχας περί Ουκρανίας, πιθανότατα δεν είναι άσχετο με την τωρινή απειλή αφαίρεσης του Μουντιάλ από το Εμιράτο. Πόσω μάλλον που στις ρωσοκαταριανές επαφές συμφωνήθηκε ο “ενισχυμένος συντονισμός” του Φόρουμ των Χωρών Εξαγωγέων Φυσικού Αερίου (GECF), όπου επίσης συμμετέχουν η Ρωσία, το Κατάρ, το Ιράν, η Βενεζουέλα και η Βολιβία, με στόχο τη δημιουργία ενός καρτέλ που θα ελέγχει το 55% των παγκόσμιων αποθεμάτων.

6/6/2014 
Του Κώστα Ράπτη 

http://www.capital.gr/gmessages/showTopic.asp?id=4416359&nid=2034865